Βάφω στα εσθονικά
Μετάφραση: βάφω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
värvaine, värvima, värv, maalima, värvi, maalida, värvige, värvida
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάφω
βάφω έπιπλα, βάφω το σπίτι, βάφω γλάστρες, βάφω αυγά με παντζάρια, βάφω το σπίτι μου, βάφω λεξικό γλώσσας εσθονικά, βάφω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βάτος στα εσθονικά - uisk, põldmurakas, uisutama, murakas, Bramble, Kitsemurakas, Omane põõsas
- βάτραχος στα εσθονικά - iluaas, konn, konna, frog, konna eest
- βέβαια στα εσθονικά - kindlasti, muidugi, loomulikult, mõistagi, on muidugi, on loomulikult
- βέβαιος στα εσθονικά - vaieldamatu, teatud, kindel, kindlasti, kindlad
Τυχαίες λέξεις
Βάφω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: värvaine, värvima, värv, maalima, värvi, maalida, värvige, värvida
Μεταφράσεις: värvaine, värvima, värv, maalima, värvi, maalida, värvige, värvida