Βαφέας στα εσθονικά
Μετάφραση: βαφέας, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
maalikunstnik, maaler, värval, Värjäri, Dyer, värvija, Dyeri
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφέας
βαφέας αυτοκινήτων, βαφέασ νίκοσ, βαφέας βασίλης, αντώνης βαφέας, ιωάννης βαφέας, βαφέας λεξικό γλώσσας εσθονικά, βαφέας στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βασιλικός στα εσθονικά - kuninglik, basiilik, Basil, basiiliku, basiilikut, basiilikuga
- βατόμουρο στα εσθονικά - vaarikas, keelepuristamine, murakas, Blackberry, muraka, kitsemurakas, põldmarja
- βαφτίζω στα εσθονικά - ristima, Christen, nime andma, nimeks andma, Kasta
- βαφτιστήρι στα εσθονικά - ristilaps, godchildren, ristilast
Τυχαίες λέξεις
Βαφέας στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: maalikunstnik, maaler, värval, Värjäri, Dyer, värvija, Dyeri
Μεταφράσεις: maalikunstnik, maaler, värval, Värjäri, Dyer, värvija, Dyeri