Βαφέας στα πορτογαλικά
Μετάφραση: βαφέας, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pintor, pincel, tintureiro, Dyer, tintureiro de, do tintureiro, O tintureiro
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφέας
βαφέας αυτοκινήτων, βαφέασ νίκοσ, βαφέας βασίλης, αντώνης βαφέας, ιωάννης βαφέας, βαφέας λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βαφέας στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- βασιλικός στα πορτογαλικά - real, manjericão, basil, da manjericão, de manjericão, basílio
- βατόμουρο στα πορτογαλικά - grosa, limar, framboesa, amora preta, BlackBerry, amora, do BlackBerry
- βαφτίζω στα πορτογαλικά - Christen, batizar, kristen, christen o
- βαφτιστήρι στα πορτογαλικά - afilhados, godchildren, afilhado, afilhadas
Τυχαίες λέξεις
Βαφέας στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pintor, pincel, tintureiro, Dyer, tintureiro de, do tintureiro, O tintureiro
Μεταφράσεις: pintor, pincel, tintureiro, Dyer, tintureiro de, do tintureiro, O tintureiro