Βούτυρο στα εσθονικά

Μετάφραση: βούτυρο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
peagalööja, või, võid, võile, või-, võiga
Βούτυρο στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βούτυρο

βούτυρο καριτέ αγορά, βούτυρο θερμίδες, βούτυρο καριτέ, βούτυρο κλαριφιέ, βούτυρο κακάο, βούτυρο λεξικό γλώσσας εσθονικά, βούτυρο στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • βούληση στα εσθονικά - volõõnia, tahe, teeb, hakkab
  • βούρτσα στα εσθονικά - pintsel, pühkima, harjama, hari, võsa, harja, pintsliga
  • βράγχιο στα εσθονικά - lõpus, eosleht, seeneliistak, Gill, nakkevõrgud, nakkevõrke, Gilli
  • βράδι στα εσθονικά - loojang, õhtu, õhtul, õhtuti, täna õhtul, õhtust
Τυχαίες λέξεις
Βούτυρο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: peagalööja, või, võid, võile, või-, võiga