Βούτυρο στα σουηδικά
Μετάφραση: βούτυρο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
smör, smöret, smör som
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βούτυρο
βούτυρο καριτέ αγορά, βούτυρο θερμίδες, βούτυρο καριτέ, βούτυρο κλαριφιέ, βούτυρο κακάο, βούτυρο λεξικό γλώσσας σουηδικά, βούτυρο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- βούληση στα σουηδικά - vilja, kommer, kommer att
- βούρτσα στα σουηδικά - pensel, borste, borsta, borsten, borst
- βράγχιο στα σουηδικά - Gill, gäl, gälar, Gills, bottengarn
- βράδι στα σουηδικά - afton, kväll, kvällen, kvälls, på kvällen
Τυχαίες λέξεις
Βούτυρο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: smör, smöret, smör som
Μεταφράσεις: smör, smöret, smör som