Βούτυρο στα φινλανδικά
Μετάφραση: βούτυρο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
voi, voin, voita, voille
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βούτυρο
βούτυρο καριτέ αγορά, βούτυρο θερμίδες, βούτυρο καριτέ, βούτυρο κλαριφιέ, βούτυρο κακάο, βούτυρο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, βούτυρο στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- βούληση στα φινλανδικά - tahtoa, tahto, tulee, aikoo, tulevat
- βούρτσα στα φινλανδικά - pusikko, nuori metsä, hipaisu, selkkaus, sipaista, tiheikkö, vesakko, ...
- βράγχιο στα φινλανδικά - nestemitta, kidus, Gill, ankkuroituja, Gillin
- βράδι στα φινλανδικά - ehtoo, ilta, illalla, iltana, illan, iltaisin
Τυχαίες λέξεις
Βούτυρο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: voi, voin, voita, voille
Μεταφράσεις: voi, voin, voita, voille