Διαγράφω στα εσθονικά
Μετάφραση: διαγράφω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
näritud, siluett, kustutama, kustutada, kustutamiseks, kustutamine, kustutage
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαγράφω
διαφέρω συνώνυμα, διαγράφω in english, διαγράφω μετάφραση, διαγράφω προστακτική, διαφέρω αντωνυμο, διαγράφω λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαγράφω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- διαβρώνω στα εσθονικά - murenema, kulutama, roostetama, korrodeerida, korrodeeru, võivad korrodeerida, korrodeerivad
- διαβόητος στα εσθονικά - kurikuulus, jõletu, üldtuntud, kurikuulsa, tuntud, kurikuulsat, kurikuulsad
- διαγωγή στα εσθονικά - ülevalpidamine, kombed, käitumine, käitumise, käitumist, tegevus, läbiviimise
- διαγωνίζομαι στα εσθονικά - konkureerima, võistlema, diagonizomai
Τυχαίες λέξεις
Διαγράφω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: näritud, siluett, kustutama, kustutada, kustutamiseks, kustutamine, kustutage
Μεταφράσεις: näritud, siluett, kustutama, kustutada, kustutamiseks, kustutamine, kustutage