Διαχειριστικός στα εσθονικά
Μετάφραση: διαχειριστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
administratiivne, juhtimis-, juhtimis, juhtival, juhtimisoskust
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαχειριστικός
διαχειριστικός έλεγχος σε αε, διαχειριστικός έλεγχος επε, διαχειριστικός έλεγχος αεκ, διαχειριστικός έλεγχος αε, διαχειριστικός έλεγχος οτα, διαχειριστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαχειριστικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- διαχειμάζω στα εσθονικά - rõõmuküllane, lustiline, lõbus, talveund magama, hibernate, talveunne, talvituvad, ...
- διαχειριστής στα εσθονικά - eestkostja, administraator, haldaja, administraatori, haldur, administraatoriga
- διαχυτικός στα εσθονικά - ülikülluslik, ülevoolav, tundeküllane, effusive, Ylenpalttinen, ekspansiivne, tundeid väljendav
- διαχυτικότητα στα εσθονικά - ülekeevus, joviaalsus, rõõmsameelsus, Hilpeys, Iloisuus
Τυχαίες λέξεις
Διαχειριστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: administratiivne, juhtimis-, juhtimis, juhtival, juhtimisoskust
Μεταφράσεις: administratiivne, juhtimis-, juhtimis, juhtival, juhtimisoskust