Διαχειριστικός στα τούρκικα
Μετάφραση: διαχειριστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yönetimsel, idari, yönetim, yönetsel, yönetici
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαχειριστικός
διαχειριστικός έλεγχος σε αε, διαχειριστικός έλεγχος επε, διαχειριστικός έλεγχος αεκ, διαχειριστικός έλεγχος αε, διαχειριστικός έλεγχος οτα, διαχειριστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαχειριστικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διαχειμάζω στα τούρκικα - kış, kış uykusuna yatmak, hibernate, hazırda bekletme, hazırda bekleme, hazırda
- διαχειριστής στα τούρκικα - yönetici, yöneticisi, yöneticiniz, yöneticinin
- διαχυτικός στα τούρκικα - taşkın, effusive, efüzif, coşkun, coşkulu
- διαχυτικότητα στα τούρκικα - neşe, joviality, keyif, neşelilik
Τυχαίες λέξεις
Διαχειριστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yönetimsel, idari, yönetim, yönetsel, yönetici
Μεταφράσεις: yönetimsel, idari, yönetim, yönetsel, yönetici