Διμοιρία στα εσθονικά
Μετάφραση: διμοιρία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rühm, rühmavanema, platoon, rühmaülema, rühmasuuruse
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διμοιρία
διμοιρία wiki, διμοιρία επιδείξεων σμυ, διμοιρία επιδείξεων στυα, διμοιρία ορισμός, διμοιρία ποσα ατομα, διμοιρία λεξικό γλώσσας εσθονικά, διμοιρία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- δικτυωτό στα εσθονικά - trellid, lattvõre, võre, kristallvõre, sõrestik, lattice, võres
- διμερής στα εσθονικά - kahepoolne, bilateraalne, kahepoolsete, kahepoolsed, kahepoolse, kahepoolseid
- διοίκηση στα εσθονικά - juhtkond, jagamine, administratsioon, haldus, taltsutamine, käsk, käsu, ...
- διογκώνω στα εσθονικά - kühm, mügar, paisuma, paistetus, turse, paisub, paisumine, ...
Τυχαίες λέξεις
Διμοιρία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rühm, rühmavanema, platoon, rühmaülema, rühmasuuruse
Μεταφράσεις: rühm, rühmavanema, platoon, rühmaülema, rühmasuuruse