Καινοτομία στα εσθονικά

Μετάφραση: καινοτομία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
uuendus, innovatsioon, innovatsiooni, uuendustegevuse, uuenduste, innovatsioonile
Καινοτομία στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καινοτομία

καινοτομία ορισμός, καινοτομία θεσσαλονίκη, καινοτομία συνώνυμα, καινοτομία στην εκπαίδευση ορισμός, καινοτομία στην εκπαίδευση, καινοτομία λεξικό γλώσσας εσθονικά, καινοτομία στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • καθόλου στα εσθονικά - üldse mitte, üldse, ei ole üldse, ole üldse, üldsegi mitte
  • και στα εσθονικά - ka, ja, samuti, ning
  • καινοτομώ στα εσθονικά - pioneer, uuendama, uuendusi, innovatsiooniga, uuendusteks, uueneda
  • καινοτόμος στα εσθονικά - uuenduslik, uuendamas, innovatiivsete, innovaatilise, uuendamisel, innovatiivseid
Τυχαίες λέξεις
Καινοτομία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: uuendus, innovatsioon, innovatsiooni, uuendustegevuse, uuenduste, innovatsioonile