Κατακρατώ στα εσθονικά
Μετάφραση: κατακρατώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
säilitama, hoidma, kinni, keelduda, kinni pidada, jätta, kinni pidama
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακρατώ
κατακρατώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, κατακρατώ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κατακλύζω στα εσθονικά - pakk, tulv, pakkima, pakett, veeuputus, küsimustega, uputama, ...
- κατακρίνω στα εσθονικά - laitma, noomima, noomi, noomin, etteheitesõnu, Heita
- κατακραυγή στα εσθονικά - protestikisa, pahameeletorm, kisa, protestid, pahameel
- κατακτητής στα εσθονικά - vallutaja, Conqueror, võitja, alistaja
Τυχαίες λέξεις
Κατακρατώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: säilitama, hoidma, kinni, keelduda, kinni pidada, jätta, kinni pidama
Μεταφράσεις: säilitama, hoidma, kinni, keelduda, kinni pidada, jätta, kinni pidama