Κουράζω στα εσθονικά
Μετάφραση: κουράζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rehv, tucker, Tuckeri, Tuckeriga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουράζω
κουράζω παρατατικος, κουράζω συνώνυμα, κουράζω αγγλικα, κουράζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, κουράζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κουπί στα εσθονικά - lauatennisereket, aer, laba, solistama, aerutama, sõudma, mõla, ...
- κουπόνι στα εσθονικά - märk, sõne, kupong, kupongi, kupong postiga alljärgneval, kupongiga
- κουρέας στα εσθονικά - juuksur, habemeajaja, juuksuri, barber, juuksurisalongide, Barberi
- κουρέλι στα εσθονικά - narts, kalts, räbal, räniliivakivi, õrritama, nuustik, hilp
Τυχαίες λέξεις
Κουράζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rehv, tucker, Tuckeri, Tuckeriga
Μεταφράσεις: rehv, tucker, Tuckeri, Tuckeriga