Κουράζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κουράζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pneu, ladear, cansar, aro, gorjeta, pneumático, virola, fatigar, ponta, tucker, de Tucker, tucker do, o tucker, tucker de
Κουράζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουράζω

κουράζω παρατατικος, κουράζω συνώνυμα, κουράζω αγγλικα, κουράζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κουράζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κουπί στα πορτογαλικά - almofada, carvalho, pá, remo, raquete, da pá, de pá
  • κουπόνι στα πορτογαλικά - privada, retrete, prova, aceno, símbolo, cupom, cupão, ...
  • κουρέας στα πορτογαλικά - cabeleireiro, barbeiro, Barber, de barbeiro, do barbeiro, Barbearia
  • κουρέλι στα πορτογαλικά - pano, andrajo, desperdícios, farrapo, trapo, de pano, rag, ...
Τυχαίες λέξεις
Κουράζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pneu, ladear, cansar, aro, gorjeta, pneumático, virola, fatigar, ponta, tucker, de Tucker, tucker do, o tucker, tucker de