Κουράζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: κουράζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шина, втомити, утомлювати, стомити, стомлювати, Такер, Такера, Такер повинен
Κουράζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουράζω

κουράζω παρατατικος, κουράζω συνώνυμα, κουράζω αγγλικα, κουράζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κουράζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κουπί στα ουκρανικά - весло, байдарка, плескатися, веслувати, гребок, шкутильгати, ласт
  • κουπόνι στα ουκρανικά - яким, яку, які-небудь, що, яких-таких, купон, Роздрукувати купон
  • κουρέας στα ουκρανικά - хиб, вад, нестач, недостатків, недоліків, перукар, парикмахер
  • κουρέλι στα ουκρανικά - поромник, ганчірки, лахмітник, спростовувати, лахміття, ганчірка, тряпка
Τυχαίες λέξεις
Κουράζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шина, втомити, утомлювати, стомити, стомлювати, Такер, Такера, Такер повинен