Ξένος στα εσθονικά
Μετάφραση: ξένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tundmatu, välismaine, võõras, välismaalane, võõra, võõrast, stranger
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξένος
ξένος καμύ, ξένος στίχοι, ξένος για πάντα ξένος, ξένος μανιατογιάννης, ξένος θωμάς, ξένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ξένος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ξέγνοιαστος στα εσθονικά - muretu, pealiskaudne, põgus, lighthearted
- ξένοιαστος στα εσθονικά - muretu, muretut, muretult, hooldusvaba, muretuks
- ξέρω στα εσθονικά - teadma, tundma, tea, tean
- ξέσπασμα στα εσθονικά - purse, tuisupahvak, paiskuma, puhang, närvitsema, lõhkenud, aktiivsustõusu, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tundmatu, välismaine, võõras, välismaalane, võõra, võõrast, stranger
Μεταφράσεις: tundmatu, välismaine, võõras, välismaalane, võõra, võõrast, stranger