Ξένος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ξένος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kívülálló, idegen, idegent, idegennel, idegennek, stranger
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξένος
ξένος καμύ, ξένος στίχοι, ξένος για πάντα ξένος, ξένος μανιατογιάννης, ξένος θωμάς, ξένος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ξένος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ξέγνοιαστος στα ουγγρικά - utcai, hétköznapi, könnyed, vidám, szívvel, gondtalan
- ξένοιαστος στα ουγγρικά - gondtalan, a gondtalan, felhőtlen, gondtalanul, gondtalannak
- ξέρω στα ουγγρικά - tud, tudom, tudni
- ξέσπασμα στα ουγγρικά - forrongás, kiáradás, kirobbanás, kitörés, kitörése, kitörését, kitörést
Τυχαίες λέξεις
Ξένος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kívülálló, idegen, idegent, idegennel, idegennek, stranger
Μεταφράσεις: kívülálló, idegen, idegent, idegennel, idegennek, stranger