Ξεκουραστικός στα εσθονικά
Μετάφραση: ξεκουραστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kosutav, rahulik, rahunenud, kosutava, rahulikku, restful
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεκουραστικός
ξεκουραστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, ξεκουραστικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ξεκουμπώνω στα εσθονικά - ennistama, pannalt avama, Avada
- ξεκουράζομαι στα εσθονικά - puhkus, puhkama, ülejäänud, lõõgastuma, kord, istuda, istuda tagasi, ...
- ξεκούραση στα εσθονικά - lõdvendus, lõõgastumine, lõõgastus, lõõgastumiseks, lõõgastuda, lõdvestumiseks, siinviibimisest tõeliselt meeldejääv
- ξεκόβω στα εσθονικά - amputeerima, võõrutama, võõrutada, võõrutamist, Õpetada, wean
Τυχαίες λέξεις
Ξεκουραστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kosutav, rahulik, rahunenud, kosutava, rahulikku, restful
Μεταφράσεις: kosutav, rahulik, rahunenud, kosutava, rahulikku, restful