Ξεκουραστικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξεκουραστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ресторан, спокійний, спокійна, спокійне
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεκουραστικός
ξεκουραστικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξεκουραστικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξεκουμπώνω στα ουκρανικά - розстібати, відмінити, руйнувати, відкривати, розстібається
- ξεκουράζομαι στα ουκρανικά - розмотувати, чуйний, уразливий, чулий, розвивати, відповідний, дошкульний, ...
- ξεκούραση στα ουκρανικά - слабнути, слабшати, відпочинок, відпочинку, перебування
- ξεκόβω στα ουκρανικά - відітніть, відвикати, отвикать
Τυχαίες λέξεις
Ξεκουραστικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ресторан, спокійний, спокійна, спокійне
Μεταφράσεις: ресторан, спокійний, спокійна, спокійне