Ξεκουραστικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: ξεκουραστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ramus, raminanti, atgaivina, rami, ramūs
Ξεκουραστικός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεκουραστικός

ξεκουραστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ξεκουραστικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ξεκουμπώνω στα λιθουανικά - atsisegti, Atsprādzēt, atsegti sagą, Odpiąć, Odwiązać
  • ξεκουράζομαι στα λιθουανικά - likutis, poilsis, likti, būti, miegas, ramybė, sėdėti, ...
  • ξεκούραση στα λιθουανικά - poilsis, miegas, ramybė, relaksacija, sušvelninimas, atsipalaidavimas, atsipalaiduoti
  • ξεκόβω στα λιθουανικά - atpratinti, atjunkyti, Mokyti, atjunkymo, atgrasinti
Τυχαίες λέξεις
Ξεκουραστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ramus, raminanti, atgaivina, rami, ramūs