Ορατότητα στα εσθονικά

Μετάφραση: ορατότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nähtavus, nähtavust, nähtavuse, nähtavamaks, nähtavusega
Ορατότητα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορατότητα

περιορισμένη ορατότητα, ορατότητα συνώνυμα, καιρός ορατότητα, ορατότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ορατότητα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • οραματιστής στα εσθονικά - visualizer, visualiseerijaga, visualisatsiooni, visualiseerija
  • ορατός στα εσθονικά - ilmne, nähtav, nähtavad, nähtava, nähtavaks, nähtaval
  • οργάνωση στα εσθονικά - organisatsioon, ettevõte, planeering, organisatsiooni, korralduse, korraldamise, korraldus
  • οργή στα εσθονικά - solvang, raevutsema, tuju, fuuria, viha, protestikisa, ärrituma, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορατότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: nähtavus, nähtavust, nähtavuse, nähtavamaks, nähtavusega