Πεπερασμένος στα εσθονικά

Μετάφραση: πεπερασμένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
piiratud, lõplike, lõplik, lõpliku, piiritletud
Πεπερασμένος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεπερασμένος

πεπερασμένος λεξικό, πεπερασμένος σημασια, πεπερασμένος αριθμός, πεπερασμένος ορισμός, πεπερασμένος χρόνος, πεπερασμένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, πεπερασμένος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • πεντηκοστός στα εσθονικά - viiekümnes, viiekümnendat, viiekümnenda, viiekümnendik, viiekümnendal
  • πεπαλαιωμένος στα εσθονικά - vanamoeline, kulunud, vananenud, amortiseerunud, kurnatud, vanaks
  • πεποίθηση στα εσθονικά - tõekspidamine, veendumus, usk, süüdimõistmine, uskumus, veendumust, süüdimõistmise
  • πεπρωμένο στα εσθονικά - saatus, ettemääratus, vabaõhupidu, saatuse, saatust, saatusega, saatusest
Τυχαίες λέξεις
Πεπερασμένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: piiratud, lõplike, lõplik, lõpliku, piiritletud