Στριγγλίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: στριγγλίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ergutushüüe, röökima, lõugama, shrilled
Στριγγλίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στριγγλίζω

στριγγλίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, στριγγλίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • στρεβλώνω στα εσθονικά - väänduma, väänama, moonutama, vääne, twist, väänata, keerdumusega, ...
  • στρες στα εσθονικά - stress, pinge, rõhutama, stressi, rõhutada, stressiga
  • στριγκλίζω στα εσθονικά - lõugama, kisendama, röökima, ergutushüüe, karje, karjuma, kriiskama, ...
  • στριγκλιά στα εσθονικά - karje, kisendama, kriiskama, kiunuma, Kirkaisu, kiunatus, kiljatus
Τυχαίες λέξεις
Στριγγλίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ergutushüüe, röökima, lõugama, shrilled