Στριγγλίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: στριγγλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
visította, visított
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στριγγλίζω
στριγγλίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στριγγλίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- στρεβλώνω στα ουγγρικά - csavar, twist, csavarja, csavarral, nézőknek
- στρες στα ουγγρικά - stressz, feszültség, a stressz, stresszt
- στριγκλίζω στα ουγγρικά - sikoly, visítás, sikoltás, sikolt, csikorgás, csikorogva, csikorgó
- στριγκλιά στα ουγγρικά - sikoltás, sikolt, csikorgás, csikorogva, csikorgó
Τυχαίες λέξεις
Στριγγλίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: visította, visított
Μεταφράσεις: visította, visított