Συλλογιστικός στα εσθονικά

Μετάφραση: συλλογιστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
arutluskäik, arutlemine, syllogistical
Συλλογιστικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλογιστικός

συλλογιστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, συλλογιστικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • συλλογικός στα εσθονικά - ühine, kollektiivne, kollektiivse, kollektiivsete, kollektiivseid, kollektiivset
  • συλλογισμός στα εσθονικά - arutluskäik, arutlemine, põhjendus, põhjendused, põhjendusi, põhjenduste
  • συλλυπητήρια στα εσθονικά - kaastunne, kaastundeavaldus, kaastundeavalduse, kaastundeavalduste, kaastunderaamatud
  • συμβάν στα εσθονικά - häppening, esinemine, ilmnemine, juhtumus, sündmus, Sündmuse, juhul, ...
Τυχαίες λέξεις
Συλλογιστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: arutluskäik, arutlemine, syllogistical