Συλλογιστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: συλλογιστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
usuzování, důvod, úvaha, dedukce, syllogistical
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συλλογιστικός
συλλογιστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, συλλογιστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- συλλογικός στα τσεχικά - sběrný, kolektiv, kolektivní, společný, hromadný, kolektivního, kolektivním, ...
- συλλογισμός στα τσεχικά - dedukce, sylogismus, usuzování, úvaha, důvod, uvažování, odůvodnění, ...
- συλλυπητήρια στα τσεχικά - soustrast, kondolenční
- συμβάν στα τσεχικά - náhoda, událost, případ, akce, události, událostí, akci
Τυχαίες λέξεις
Συλλογιστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: usuzování, důvod, úvaha, dedukce, syllogistical
Μεταφράσεις: usuzování, důvod, úvaha, dedukce, syllogistical