Συνωμοσία στα εσθονικά
Μετάφραση: συνωμοσία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
joonestama, salaliit, vandenõu, vandenõus, vandenõust, vandenõuga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνωμοσία
συνωμοσία ετυμολογία, συνωμοσία στη μεσόγειο, συνωμοσία της φωτιάς, συνωμοσία του κατιλίνα, συνωμοσία των ίσων, συνωμοσία λεξικό γλώσσας εσθονικά, συνωμοσία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- συντροφιά στα εσθονικά - selts, kaaslaseks, kaaslase, seltskonnale, seltsi
- συνυπάρχω στα εσθονικά - eksisteerida, eksisteerivad, koos eksisteerida, eksisteerivad koos, paralleelselt
- συνωμοτώ στα εσθονικά - joonestama, complot
- συνωμότης στα εσθονικά - konspiraator, vandenõulane, Conspirator, Salavehkeilijä, vandeseltslane, Vehkeilijä
Τυχαίες λέξεις
Συνωμοσία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: joonestama, salaliit, vandenõu, vandenõus, vandenõust, vandenõuga
Μεταφράσεις: joonestama, salaliit, vandenõu, vandenõus, vandenõust, vandenõuga