Υβριστικός στα εσθονικά

Μετάφραση: υβριστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lõbustav, teotav, solvav, vituperative
Υβριστικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υβριστικός

υβριστικός συνώνυμα, υβριστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, υβριστικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • τώρα στα εσθονικά - praegu, nüüd, kohe, nüüdseks, on nüüd
  • υαλώδης στα εσθονικά - patt, klaasjas, klaasja, klaasjad, klaasjat, klaasjaks
  • υγεία στα εσθονικά - tervis, tervise, tervisele, tervist, tervishoiu
  • υγιής στα εσθονικά - terve, tervislik, tervisliku, tervete, tervislike
Τυχαίες λέξεις
Υβριστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lõbustav, teotav, solvav, vituperative