Υβριστικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: υβριστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зняважлівы, баявы
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υβριστικός
υβριστικός συνώνυμα, υβριστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, υβριστικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τώρα στα λευκορωσικά - цяпер, зараз, сейчас
- υαλώδης στα λευκορωσικά - шкляны, шкляная, стеклянный, шкляную, шкляное
- υγεία στα λευκορωσικά - здароўе, здароўі, здоровье, здароўя
- υγιής στα λευκορωσικά - здаровы, здаровае, здаровая
Τυχαίες λέξεις
Υβριστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: зняважлівы, баявы
Μεταφράσεις: зняважлівы, баявы