Υβριστικός στα τσεχικά

Μετάφραση: υβριστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hanlivý, urážlivý, urážlivějšími
Υβριστικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υβριστικός

υβριστικός συνώνυμα, υβριστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, υβριστικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • τώρα στα τσεχικά - nuže, teď, tedy, okamžitě, nyní, ihned, hned, ...
  • υαλώδης στα τσεχικά - skleněný, sklovitý, skelný, sklovité, sklovitě, sklovitá
  • υγεία στα τσεχικά - zdraví, zdravotní, zdravotního, zdravotnictví, zdravotních
  • υγιής στα τσεχικά - zdravý, blahodárný, zdravé, zdravým, zdravá, zdraví
Τυχαίες λέξεις
Υβριστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: hanlivý, urážlivý, urážlivějšími