Υπολειπόμενος στα εσθονικά
Μετάφραση: υπολειπόμενος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülejäänud, järelejäänud, allesjäänud, jäänud, veel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπολειπόμενος
υπολειπόμενος καρδιαγγειακός κίνδυνος, υπολειπόμενοσ όγκοσ, υπολειπόμενος κίνδυνος, υπολειπόμενος χρόνος ομιλίας vodafone, υπολειπόμενος λεξικό γλώσσας εσθονικά, υπολειπόμενος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- υποκύπτω στα εσθονικά - alistuma, vibu, vööri, vöörist, vöör, vööril
- υπολείμματα στα εσθονικά - jäänused, jäägid, jääke, jääkide, jääkidest, jääkidega
- υπολογίζω στα εσθονικά - otsustama, määrama, arvama, arvutama, eelkalkulatsioon, mõõtma, mõõtur, ...
- υπολογισμός στα εσθονικά - projektsioon, arvutamine, arvutus, arvutamise, arvutamisel, arvutuse
Τυχαίες λέξεις
Υπολειπόμενος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ülejäänud, järelejäänud, allesjäänud, jäänud, veel
Μεταφράσεις: ülejäänud, järelejäänud, allesjäänud, jäänud, veel