Υπολειπόμενος στα ισλανδικά
Μετάφραση: υπολειπόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eftir, sem eftir, eftir er, Eftirstöðvar, sem eftir er
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπολειπόμενος
υπολειπόμενος καρδιαγγειακός κίνδυνος, υπολειπόμενοσ όγκοσ, υπολειπόμενος κίνδυνος, υπολειπόμενος χρόνος ομιλίας vodafone, υπολειπόμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υπολειπόμενος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υποκύπτω στα ισλανδικά - bogi, Bow, boga, boginn, borar
- υπολείμματα στα ισλανδικά - leifar, efnaleifar, leifarnar, leifum, efnaleifa
- υπολογίζω στα ισλανδικά - áætla, einsetja, mælitæki, reikna, virða, ákveða, telja, ...
- υπολογισμός στα ισλανδικά - útreikningur, reikningsgrundvöllur
Τυχαίες λέξεις
Υπολειπόμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eftir, sem eftir, eftir er, Eftirstöðvar, sem eftir er
Μεταφράσεις: eftir, sem eftir, eftir er, Eftirstöðvar, sem eftir er