Αίρεση στα ισλανδικά
Μετάφραση: αίρεση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Sértrúarsöfnuður
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αίρεση
αίρεση ετυμολογία, αίρεση ορισμός, αίρεση μουν, αίρεση του αρείου, αίρεση δικαίου, αίρεση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αίρεση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αίμα στα ισλανδικά - blóð, blóði, í blóði, blóðið, blóðkorna
- αίνιγμα στα ισλανδικά - Ráðgátur, Enigma
- αίσθημα στα ισλανδικά - skyn, tilfinning, tilfinningu, tilfinningin, tilfinningar
- αίσθηση στα ισλανδικά - vit, tilfinningu, skilningi, tilfinning, skilningarvit
Τυχαίες λέξεις
Αίρεση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Sértrúarsöfnuður
Μεταφράσεις: Sértrúarsöfnuður