Αίρεση στα λιθουανικά
Μετάφραση: αίρεση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sekta, skyrių, sektą, sect, sektos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αίρεση
αίρεση ετυμολογία, αίρεση ορισμός, αίρεση μουν, αίρεση του αρείου, αίρεση δικαίου, αίρεση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αίρεση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αίμα στα λιθουανικά - kraujas, kilmė, kraujo, kraujyje, kiekis kraujyje, kraują
- αίνιγμα στα λιθουανικά - mįslė, paslaptingumas, paslaptis, mįslingumas, Enigma
- αίσθημα στα λιθουανικά - jausmas, prasmė, įspūdis, pojūtis, jausmą, jausmo
- αίσθηση στα λιθουανικά - jausmas, jausmą, pojūtis, prasmės, prasmė
Τυχαίες λέξεις
Αίρεση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sekta, skyrių, sektą, sect, sektos
Μεταφράσεις: sekta, skyrių, sektą, sect, sektos