Αδιάφθορος στα ισλανδικά
Μετάφραση: αδιάφθορος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óleiðrétt, óleiðréttum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιάφθορος
αδιάφθορος πολιτικη στρατος, αδιάφθορος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αδιάφθορος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αδιάντροπος στα ισλανδικά - shameless, blygðunarlaus
- αδιάπτωτος στα ισλανδικά - óskertur
- αδιάφορος στα ισλανδικά - áhugalaus, Sjálfsánægja, rækt
- αδιαλλαξία στα ισλανδικά - intransigence
Τυχαίες λέξεις
Αδιάφθορος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óleiðrétt, óleiðréttum
Μεταφράσεις: óleiðrétt, óleiðréttum