Αδιάφθορος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αδιάφθορος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
коригирани, непоправени, некорегирани, бидат коригирани, некорегирана
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιάφθορος
αδιάφθορος πολιτικη στρατος, αδιάφθορος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αδιάφθορος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αδιάντροπος στα σλαβομακεδονικά - бесрамно, безобразни, бесрамни, бесрамна, бесрамната
- αδιάπτωτος στα σλαβομακεδονικά - ненамален, несмалената, намалени
- αδιάφορος στα σλαβομακεδονικά - рамнодушни, рамнодушен, индиферентни, индиферентен, рамнодушно
- αδιαλλαξία στα σλαβομακεδονικά - непопустливост, бескомпромисност, бескомпромисноста, тврдоглавоста, бескомпромисноста на
Τυχαίες λέξεις
Αδιάφθορος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: коригирани, непоправени, некорегирани, бидат коригирани, некорегирана
Μεταφράσεις: коригирани, непоправени, некорегирани, бидат коригирани, некорегирана