Αιτιολογώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: αιτιολογώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hagræða, hagræða í, rökstyðja, að hagræða, réttlæta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιτιολογώ
αξιολογώ συνώνυμα, αξιολογώ αγγλικά, αξιολογώ λεξικό, αιτιολογώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αιτιολογώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αιτιατική στα ισλανδικά - þolfall, þolfalli, þolfalli eða
- αιτιολογία στα ισλανδικά - vit, orsök, ástæða, reasoning, rökstuðningur, rökhugsun, rökstuðning, ...
- αιτούμαι στα ισλανδικά - hér, hér með, hér með yfir
- αιτώ στα ισλανδικά - langar til að biðja, vilt biðja, vilt biðja um, vilt fá hana, vil biðja
Τυχαίες λέξεις
Αιτιολογώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hagræða, hagræða í, rökstyðja, að hagræða, réttlæta
Μεταφράσεις: hagræða, hagræða í, rökstyðja, að hagræða, réttlæta