Ασύστολα στα ισλανδικά

Μετάφραση: ασύστολα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
shamelessly
Ασύστολα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύστολα

ασύστολα λεξικο, ασύστολα τι σημαινει, ασύστολα σημασία, ασύστολα συνώνυμο, ασύστολα συνώνυμα, ασύστολα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ασύστολα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ασύμπτωτο στα ισλανδικά - asymptote
  • ασύρματο στα ισλανδικά - Wireless, Þráðlaus, þráðlaust, þráðlaust net
  • ασύστολος στα ισλανδικά - miskunnarlaus, vægðarlausum, vægðarlausir, miskunnarlaust, vægðarlaus
  • ατάραχος στα ισλανδικά - unperturbed
Τυχαίες λέξεις
Ασύστολα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: shamelessly