Ασύστολα στα σουηδικά

Μετάφραση: ασύστολα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
shamelessly, skamlöst, skam, fräckt, ett skamlöst
Ασύστολα στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύστολα

ασύστολα λεξικο, ασύστολα τι σημαινει, ασύστολα σημασία, ασύστολα συνώνυμο, ασύστολα συνώνυμα, ασύστολα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασύστολα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ασύμπτωτο στα σουηδικά - asymptot, asymptoten, asymptote
  • ασύρματο στα σουηδικά - Trådlös, Trådlöst, Wireless, trådlösa, wi
  • ασύστολος στα σουηδικά - fräck, Hänsynslösa, Hänsynslös, Ruthless, skoningslös, skoningslösa
  • ατάραχος στα σουηδικά - fridfull, stilla, lugn, ostörda, oberörd, oberört, unperturbed, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασύστολα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: shamelessly, skamlöst, skam, fräckt, ett skamlöst