Βιομηχανικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: βιομηχανικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
iðnaðar, Industrial, iðnaði, sviði iðnaðar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιομηχανικός
βιομηχανικός εργάτης, βιομηχανικός εξοπλισμός, βιομηχανικός μελανισμός, βιομηχανικός φωτισμός, βιομηχανικός σχεδιασμός σύρος, βιομηχανικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βιομηχανικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βιομήχανος στα ισλανδικά - industrialist
- βιομηχανία στα ισλανδικά - iðni, iðjusemi, iðnaður, Industry, iðnaði, iðnaðar, Iðnaðurinn
- βιρτουόζος στα ισλανδικά - Kari
- βιόλα στα ισλανδικά - Viola, víólu, víóla
Τυχαίες λέξεις
Βιομηχανικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: iðnaðar, Industrial, iðnaði, sviði iðnaðar
Μεταφράσεις: iðnaðar, Industrial, iðnaði, sviði iðnaðar