Εξαλείφω στα ισλανδικά

Μετάφραση: εξαλείφω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
efface
Εξαλείφω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαλείφω

εξαλείφω κλιση, εξαλείφω συνώνυμο, εξαλείφω english, εξαλείφω αρχαια, εξαλείφω αγγλικα, εξαλείφω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξαλείφω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξακοντίζω στα ισλανδικά - henda, skjóta, að skjóta, skýtur
  • εξακριβώνω στα ισλανδικά - ganga úr skugga, Gengið er úr skugga, fullyrða, ganga úr skugga um, að ganga úr skugga
  • εξαναγκάζω στα ισλανδικά - gera, búa, afl, gerð, bulldoze
  • εξαναγκασμός στα ισλανδικά - þvingunum, þvingun
Τυχαίες λέξεις
Εξαλείφω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: efface