Εξαλείφω στα σουηδικά
Μετάφραση: εξαλείφω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utplåna, utplånar, helt utplåna
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαλείφω
εξαλείφω κλιση, εξαλείφω συνώνυμο, εξαλείφω english, εξαλείφω αρχαια, εξαλείφω αγγλικα, εξαλείφω λεξικό γλώσσας σουηδικά, εξαλείφω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εξακοντίζω στα σουηδικά - slänga, kasta, skjuta, skjuter, skjut, fotografera, spela
- εξακριβώνω στα σουηδικά - förvissa, konstatera, klarhet, förvissa sig, försäkra
- εξαναγκάζω στα σουηδικά - räcka, tillverka, kraft, tvinga, alstra, våld, komponera, ...
- εξαναγκασμός στα σουηδικά - tvång, tvångs, tvångsmedel, påtryckningar, tvånget
Τυχαίες λέξεις
Εξαλείφω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: utplåna, utplånar, helt utplåna
Μεταφράσεις: utplåna, utplånar, helt utplåna