Επαληθεύω στα ισλανδικά
Μετάφραση: επαληθεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
staðfesta, sannreyna, að staðfesta, ganga úr skugga, ganga úr skugga um
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαληθεύω
επαληθεύω english, επαληθεύω συνώνυμο, επαληθεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επαληθεύω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επακολουθώ στα ισλανδικά - kjölfarið, ensue, á mörk- uðum, fylgja í kjölfarið, mörk- uðum
- επακόλουθο στα ισλανδικά - eftirmála, kjölfar, Eftirköstin, Eftirköstin ráðast, eftirköst
- επανάληψη στα ισλανδικά - endurtekning, endurtekningu, endurtekningar, endurtekningartíðni, endurtaka
- επανάσταση στα ισλανδικά - bylting, byltingu, Revolution, byltingin, byltingar
Τυχαίες λέξεις
Επαληθεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: staðfesta, sannreyna, að staðfesta, ganga úr skugga, ganga úr skugga um
Μεταφράσεις: staðfesta, sannreyna, að staðfesta, ganga úr skugga, ganga úr skugga um