Επιβίωση στα ισλανδικά

Μετάφραση: επιβίωση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lifun, lifa, að lifa, lifunar, lifa af
Επιβίωση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβίωση

επιβίωση στη θάλασσα, επιβίωση 2012, επιβίωση στη φύση, επιβίωση συνώνυμα, επιβίωση στην πόλη, επιβίωση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επιβίωση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιβάτης στα ισλανδικά - farþegi, farþega, farþeginn, farþegaflutningar, farþegasæta
  • επιβίβαση στα ισλανδικά - Stangveiði, borð, bretti, um borð
  • επιβεβαίωση στα ισλανδικά - staðfesting, staðfestingu, staðfesting á, staðfestingar, staðfest
  • επιβεβαιώνω στα ισλανδικά - staðfesta, ferma, að staðfesta, staðfest, staðfestu, staðfestir
Τυχαίες λέξεις
Επιβίωση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lifun, lifa, að lifa, lifunar, lifa af