Επιβίωση στα ουκρανικά
Μετάφραση: επιβίωση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
виживання, пережиток
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιβίωση
επιβίωση στη θάλασσα, επιβίωση 2012, επιβίωση στη φύση, επιβίωση συνώνυμα, επιβίωση στην πόλη, επιβίωση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιβίωση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επιβάτης στα ουκρανικά - сідок, пасажирський, пасажир, пасажирка, пасажира
- επιβίβαση στα ουκρανικά - вантаж, посадка, посадку, садіння
- επιβεβαίωση στα ουκρανικά - підтвердження, доказ
- επιβεβαιώνω στα ουκρανικά - підтримувати, ратифікувати, закріплювати, підтвердити
Τυχαίες λέξεις
Επιβίωση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: виживання, пережиток
Μεταφράσεις: виживання, пережиток