Επιβίωση στα φινλανδικά

Μετάφραση: επιβίωση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
eloonjäänti, selviytyminen, eloonjääminen, Survival, selviytymisen, eloonjäämisen
Επιβίωση στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβίωση

επιβίωση στη θάλασσα, επιβίωση 2012, επιβίωση στη φύση, επιβίωση συνώνυμα, επιβίωση στην πόλη, επιβίωση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επιβίωση στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιβάτης στα φινλανδικά - matkustaja, matkustajan, matkustajien, henkilöautojen
  • επιβίβαση στα φινλανδικά - nouseminen, lennolle, boarding, pääsy lennolle, täysihoitolat
  • επιβεβαίωση στα φινλανδικά - vahvistus, vahvistuksen, vahvistusta, vahvistaa, vahvistamista
  • επιβεβαιώνω στα φινλανδικά - varmentaa, todentaa, tukea, varmistaa, tarkistaa, vahvistaa, vahvista, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιβίωση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: eloonjäänti, selviytyminen, eloonjääminen, Survival, selviytymisen, eloonjäämisen