Επιδέξιος στα ισλανδικά
Μετάφραση: επιδέξιος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fimur, kunnátta, verið faglega staðið, faglega staðið, verið faglega staðið að, faglega staðið að
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδέξιος
επιδέξιος συνώνυμα, επιδέξιος ψάλτης, επιδέξιος συνώνυμο, επιδέξιος αγγλικά, επιδέξιος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επιδέξιος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επιγραφή στα ισλανδικά - áletrun, yfirskrift, áletruninni, merkir skráningin, áletrun sem
- επιδέξια στα ισλανδικά - helst, lega, líklega, miðaður við, miðaður
- επιδαψίλευση στα ισλανδικά - epidapsilefsi
- επιδαψιλεύω στα ισλανδικά - sturta, helli
Τυχαίες λέξεις
Επιδέξιος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fimur, kunnátta, verið faglega staðið, faglega staðið, verið faglega staðið að, faglega staðið að
Μεταφράσεις: fimur, kunnátta, verið faglega staðið, faglega staðið, verið faglega staðið að, faglega staðið að