Επιτιθέμενος στα ισλανδικά
Μετάφραση: επιτιθέμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
árásarmaður, er árásarmaður
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτιθέμενος
επιτιθέμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επιτιθέμενος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επιτηρητής στα ισλανδικά - umsjónarmaður, Leiðbeinandi, leiðbeinanda, Umsjónarkennari, umsjónarkennara
- επιτηρώ στα ισλανδικά - skoða, að skoða, rannsaka, kanna, athuga
- επιτιμώ στα ισλανδικά - ávíta, áminna, áminning, upbraid
- επιτομή στα ισλανδικά - ímynd, ensku ímynd
Τυχαίες λέξεις
Επιτιθέμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: árásarmaður, er árásarmaður
Μεταφράσεις: árásarmaður, er árásarmaður