Επιτιθέμενος στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιτιθέμενος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
атакуючий, атакувальний, атакує, що атакує
Επιτιθέμενος στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτιθέμενος

επιτιθέμενος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιτιθέμενος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιτηρητής στα ουκρανικά - наглядач, контролер, доглядач, інспектор, керівник
  • επιτηρώ στα ουκρανικά - наглядати, підглядати, підгляньте, перевіряти, перевірятимуть, перевірятиме, перевірити
  • επιτιμώ στα ουκρανικά - придушення, докоряти, картати, дорікати, докорятиме
  • επιτομή στα ουκρανικά - резюме, компендіум, скорочення, набор, конспект, витяг, випис, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιτιθέμενος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: атакуючий, атакувальний, атакує, що атакує