Επιτιθέμενος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επιτιθέμενος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
assaltante, atacante, invasor, intruso, agressor
Επιτιθέμενος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτιθέμενος

επιτιθέμενος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιτιθέμενος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επιτηρητής στα πορτογαλικά - capataz, supervisor, supervisor de, supervisor do, fiscal, orientador
  • επιτηρώ στα πορτογαλικά - fiscalizar, ultrapassagem, inspecionar, inspeccionar, inspecione, examinar
  • επιτιμώ στα πορτογαλικά - repreender, censurar, censura, escarnecestes, censurá
  • επιτομή στα πορτογαλικά - protótipo, epítome, resumo, síntese, epíteto, personificação
Τυχαίες λέξεις
Επιτιθέμενος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: assaltante, atacante, invasor, intruso, agressor